Oι μυικές θλάσεις είναι από τις πιο συχνές βλάβες σε αθλητές όπως οι θλάσεις στους ισχιοκνημιαίους (τους μυς στο πίσω μέρος του μηρού) . (1) Η αντιμετώπιση τους παραμένει μια πρόκληση τόσο για τους αθλητές και για τους κλινικούς δεδομένου του υψηλού ποσοστού επανατραυματισμού (8-25% για ορισμένους ερευνητές, ακόμη και 33%), της αργής επούλωσης και της επιμονής των συμπτωμάτων (2). Όπως πολλοί γιατροί παραδέχονται το ποσοστό του νέου τραυματισμού δεν φαίνεται να βελτιώνεται τα τελευταία 28 χρόνια (3).
Τα τυποποιημένα πρωτόκολλα αποκατάστασης για τους τραυματισμούς συνήθως χρησιμοποιούν λέιζερ ή/και υπέρηχο, ηλεκτροθεραπεία, μάλαξη, ασκήσεις έκκεντρης φόρτισης, εφαρμογή πάγου, αλλά η χρήση των μεθόδων αυτών φαίνεται αναποτελεσματική καθώς δεν αντιμετωπίζουν την αιτία του τραυματισμού(6 , 7).
Πολλές έρευνες δείχνουν ότι η απουσία ελέγχου του κορμού (ελλιπής μυικός έλεγχος στη μέση και στην κίνηση μέσης -λεκάνης) μπορεί να οδηγήσει σε μια ασυμμετρία στην κίνηση όλου του κάτω άκρου με αποτέλεσμα οι μυς της μιας μεριάς να δουλεύουν διαφορετικά απ’την άλλη προδιαθέτωντας σε τραυματισμό (2, 3, 10, 11, 12).
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ίσως οι εκφυλιστικές αλλοιώσεις στην σπονδυλική στήλη (κυρίως μεταξύ 4ου- 5ου οσφυικού σπονδύλου) δημιουργώντας αλλαγές στην αισθητικότητα και μειωμένη νευρική αγωγιμότητα (μειώνεται δλδ το ‘’ρεύμα’’ που παίρνουν οι μυς) μπορεί να τους κάνουν πιο επιρρεπείς σε τραυματισμούς .
Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει ορολογία για μυικούς πόνους χωρίς μακροσκοπικές ενδείξεις της δομικής βλάβης (σε μαγνητική ή υπερηχο), παρ’ότι μια μελέτη μυϊκών τραυματισμών της Ένωσης Ευρωπαϊκών Ποδοσφαιρικών Ομοσπονδιών (UEFA) τόνισε την υψηλή κλινική σημασία τους σε επαγγελματίες αθλητές (Μ Walden κ.ά. 10). Αυτοί οι τραυματισμοί- λειτουργικές διαταραχές των μυών, όπως προτείνεται από Mueler- Wohlfart και συν. μπορούν επίσης να προκαλέσουν ή να παρατείνουν έναν τραυματισμό.
Για όλους αυτούς τους λόγους είναι σημαντική η συνολική αξιολόγηση του σώματος της σπονδυλικής στήλης και των ποδιών την ύπαρξη ή όχι σκολίωσης ή ανισσοσκελίας ή της έλλειψης μυικού ελέγχου. Είναι επίσης πολύ σημαντική η αξιολόγηση του τρόπου που τρέχει ο αθλητής και η αναλογία δύναμης μεταξύ τετρακεφάλου και ισχιομνημιαίων.
Στοχεύουμε λοιπόν στην διόρθωση των ασυμμετριών και του μυικού ελέγχου με εξειδικευμένες ασκήσεις , στην σταδιακή ενδυνάμωση των ισχιοκνημιαίων και τέλος στην βελτίωση του νευρομυικού συντονισμού και ελέγχου (motor control exercise) σε λειτουργικές ή αθλητικές δραστηριότητες.
Η έρευνα Wallden et al. (10) στη μελέτη τους προτείνουν ότι ένας μεγάλος αριθμός των μυικών τραυματισμών δεν είχαν πραγματική ρήξη αλλά ήταν μάλλον μια μυϊκή διαταραχή παρά πραγματική ζημιά! Με τα ευρήματα αυτά συμφωνούν οι Mueler-Wohlfart et. al που πρόσθεσαν στην κατάταξη των θλάσεων και μια κατηγορία που σχετίζεται με διαταραχές του νευρομυϊκού ελέγχου των μυών της σπονδυλικής στήλης και της λεκάνης, καθώς και μια κατηγορία που έχει να κάνει με έλλειψη νευρομυικού ελέγχου λόγω πίεσης κάποιας νευρικής ρίζας (κυρίως Ο5 και Ι1) . Αυτού του είδους τραυματισμοί ή διαταραχές απαιτούν μια πιο λεπτομερή κλινική αξιολόγηση για να κατανοήσουμε τους λόγους του τραυματισμού και να λύσουμε το πρόβλημα.
Ελάτε λοιπόν να δούμε το τραυματισμό σας, να αξιολογήσουμε το πρόβλημα είτε είναι θλάση είτε τενοντίτιδα και να φτιάξουμε ένα πρόγραμμα αποκατάστασης ώστε να επιστρέψετε στις δραστηριότητες σας (αθλητικές ή μη) χωρίς πόνο και χωρίς κίνδυνο επανατραυματισμού!